Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020
Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020
Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020
Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020
Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2020
Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020
Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020
Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020
Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020
Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020
Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020
Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020
Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020
Παραμύθι..
.
.
Μη λησμονούμε όμως ότι το παραμύθι θέλει ηρεμία, θέλει χρόνο, θέλει ησυχία και γαλήνη..
Αυτή η εικόνα της γιαγιάς πλάϊ στο τζάκι τα λέει όλα..
Εκείνο το βίωμα του γονιού, που πέφτει να κοιμηθεί μαζί με το παιδί του ή πέφτει κοντά του για να το κοιμήσει είναι επίσης χαρακτηριστική..
Σήμερα, δυστυχώς, όλοι τρέχουμε..
Έχουμε σχέδια, στόχους, επιδιώξεις, φιλοδοξίες..
Σέρνουμε και τα παιδιά μας σε εξωσχολικές δραστηριότητες, με την ιδέα ότι έτσι θα τα ευεργετήσουμε..
Βγαίνουμε σε αγορές στις Μεγαλουπόλεις, και αυτές οι Μεγαλουπόλεις με τα Super και τις Agora (Εμπορικά Κέντρα τύπου Mall) καταβροχθίζουν ανελέητα στο χρόνο μας...
Έλεος! Πνιγόμαστε! Χανόμαστε!
Χάνουμε τα παιδιά μας, χάνουμε την ψυχή μας, χάνουμε την Παράδοση, χάνουμε τη φαντασία και το όνειρο..
Πίσω στα Παραμύθια! Εκεί είναι η Αλήθεια !
(παράδοξο κι όμως αληθινό) .
.
Μη λησμονούμε όμως ότι το παραμύθι θέλει ηρεμία, θέλει χρόνο, θέλει ησυχία και γαλήνη..
Αυτή η εικόνα της γιαγιάς πλάϊ στο τζάκι τα λέει όλα..
Εκείνο το βίωμα του γονιού, που πέφτει να κοιμηθεί μαζί με το παιδί του ή πέφτει κοντά του για να το κοιμήσει είναι επίσης χαρακτηριστική..
Σήμερα, δυστυχώς, όλοι τρέχουμε..
Έχουμε σχέδια, στόχους, επιδιώξεις, φιλοδοξίες..
Σέρνουμε και τα παιδιά μας σε εξωσχολικές δραστηριότητες, με την ιδέα ότι έτσι θα τα ευεργετήσουμε..
Βγαίνουμε σε αγορές στις Μεγαλουπόλεις, και αυτές οι Μεγαλουπόλεις με τα Super και τις Agora (Εμπορικά Κέντρα τύπου Mall) καταβροχθίζουν ανελέητα στο χρόνο μας...
Έλεος! Πνιγόμαστε! Χανόμαστε!
Χάνουμε τα παιδιά μας, χάνουμε την ψυχή μας, χάνουμε την Παράδοση, χάνουμε τη φαντασία και το όνειρο..
Πίσω στα Παραμύθια! Εκεί είναι η Αλήθεια !
(παράδοξο κι όμως αληθινό) .
Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2020
Το παιδί κι ο σπανός μυλωνάς
ΤΕΡΑΤΟΛΟΓΗΜΑΤΑ
Μια βολά ένας πατέρας είχ' ένα παιδί. Όντας απέθαινε, του είπε
του παιδιού:
«Πρόσεχε παιδί μου το σπανό μυλωνά, μη σε γελάσει. Ούτε στάρι στο μύλο του να μην αλέσεις και να 'χεις την ευχή μου», κι έκλεισε τα μάτια του.
Το παιδί μεγάλωσε και, δίχως να ξέρει μια βολά, το 'ριξε η μοίρα του σ' ένα μυλωνά που 'ταν σπανός. Πάει, ξεφορτώνει το στάρι και το βάνει στο μύλο.
Τότε βλέπει που ο μυλωνάς ήταν σπανός κι έβαλε με το νου του να προσέχει. Πίσω να κάνει, ντροπή ήταν.
Ο μυλωνάς όταν το είδε, παιδί πράμα κι ανήξερο, του λέει:
- Να σου ειπώ, παιδί μου κάτι για το καλό σου.
- Πες μου.
- Θα κάνουμε μια δουλειά. Θα ειπούμε ο καθένας μας όσα ψέματα ξέρουμε κι άμα ειπείς εσύ τα περ'σότερα, πάρ' το αλεύρι σου και φεύγα, πληρωμή δε θέλω. Άμα ειπώ εγώ, θα μου δώκεις όλο τ' αλεύρι.
Συλλογίστηκε το παιδί λιγάκι -πίσω να κάνει δεν το ‘βλεπε- και είπε:
- Αρχίνα, να ιδούμε.
Ο μυλωνάς έκατσε σ' ένα σακί στάρι του μύλου, ξερόβηξε κι άρχισε αυτός να μολογάει, κι ο μύλος ν' αλέθει το στάρι του παιδιού:
- Όντας γεννήθηκ' ο πατέρας μου, εγώ ήμουν από τη θύρα και κοίταγα που θα τον βαφτίσουν. Ήφεραν την κολυμπήθρα και τον πατέρα μου, κι ο παπάς είπε τα ψαλτικά του. Ήρθε η ώρα να τον βαφτίσουν, γύρεψαν λάδι, πουθενά λάδι. Λέει ο παπάς -για να σκεπάσει τη ντροπή- πως το 'χει ο Θεός στον ουρανό. Ποιός να πάει στον ουρανό; Κινάω εγώ μ' ένα αγγειό στο χέρι και πάω. Βγαίνω όξω, από πού ν' ανέβω; Πουθενά, ούτε σκάλα, ούτε κλαρί. Πάω παρέκει, γλέπω μια κολοκυθιά που πήγαινε τ' αψήλου. Αφήνω τ' αγγειό στο σκιάδι, στη σκια, εκεί στη ρίζα, κι αδράχνω ένα φύλλο, κι άλλο, φύλλο το φύλλο, ανεβαίνω, που λες, στον ουρανό. Πάω στο Θεό. Εκεί είχαν στ’αλήθεια λάδι. Μα πού να το βάλω; Είχ' αστοχήσει το αγγειό κάτω στη γης. Ροβολάω στο άψε σβήσε πίσω, να το πάρω. Αποζητάω την κολοκυθιά, πάει. Την έχει φάει το γομάρι. Τι να κάμω, που απόμεινα στα ουράνια; Τήραξα απ' εδώ, τήραξα απ' εκεί, κάνω έτσι, βγάνω ένα ράμμα απ’ το πλεχτό μου και το αμολάω, να κρεμαστώ. Το ρίχνω κάτω. Μονό, δεν έφτανε. Διπλό, περίσσευε. Κάνω δυο οργιές τον κατήφορο, γλέπω κάτω, πάει τ' αγγειό! μου το είχαν πάρει. Στέκομαι πάλι ανάμεσα γης και ουρανό και συλλογιέμαι: αν κατεβώ, πώς θα ματανεβώ; Εκεί που καθόμουνα στη μέση στον αγέρα, κάνω έτσι στο λαιμό μου και πιάνω μια ψείρα. Α! εδώ σ' έχω! είπα. Την πιάνω, την τσακίζω, τη φουσκώνω, της βγάνω το τομάρι, και μια σκαρφαλώνω στην τριχιά και φτάνω στο Θεό. Γιομίζω το τομάρι λάδι και το φέρνω για το βαφτίσι, και με χίλια στανιά και ζόρια βάφτισαν τον πατέρα μου. Εγώ έκατσα πάλι πίσω από την πόρτα. Το είδα και σου τ’ ομολογάω».
Μίλαγε ολοένα ο μυλωνάς και το παιδί τον κοίταζε με τα έξυπνα μάτια του και σώπαινε.
Ύστερα αρχίνησε το παιδί, με τρόπο φυσικό, εκφραστικό, συναρπαστικό:
- Όντας απέθανεν ο διάολος σ' έναν τόπο μακρινό, σαν την Κίνα να πούμε...
- Ο διάολος δεν πεθαίνει, είναι αερικό, τον αντίκοψε ο μυλωνάς.
- Παρακολούθα με βήμα-βήμα και μη με διακόπτεις, αλήθεια λέω. Φύτρωσε, που λες, ένα μεγάλο κραμπολάχανο, τόσο μεγάλο, που δεν το χώραγε καμιά τέντζερη να το βράσουν. Μαζεύτηκαν οι γύφτοι και οι χαλκιάδες του κόσμου, δεν μπόρεσαν να φκιάσουν τέτοιο καζάνι.
- Ούτε Γιαννιώτες μωρέ;
- Όχι σου λέω. Ήταν από δα σα πέρα. Μπρε, λέω, δεν πάω κι εγώ να ιδώ, να δοκιμάσω το τυχερό μου; Αν μου το πάρει το μάτι, καλά, κι α' δε, τι έχω να χάσω; Πιάνω, που λες, τον πέτο μου, τον καλοπετεινό μου, τον καβαλικεύω και τραβάω για την Κίνα.
- Πετώντας;
- Όχι, καλπάζοντας. Κι άκου να δεις. Μισοδρομίς ο πέτος αρχίνησε να γουργουρίζει πονεμένα και να κουτσαίνει. Μωρέ, τι έχει ο πέτος; λέω μέσα μου.
- Θα πάτησε καμιά πρόκα.
- Στάκα να δεις. Ξεπεζεύω λοιπόν, και τι να ιδώ! Μια τόση δα πληγή στη ράχη του. Κοιτάω γύρω να βρω βάλσαμο, να τη γιάνω. Κάνω έτσι, βλέπω μια καρυδιά μεγάλη και γιομάτη με καρύδια. Μιλιούνια ανθρώποι από κάτω ρίχνανε άλλος λιθάρια κι άλλος χώματα κι ό,τι μπόρεγε ο καθένας, για να γκρεμίσουν τα καρύδια, να τα φάνε.
- Με τις πέτρες ρίχνουν τα καρύδια, όχι με τα χώματα. Άμυαλοι ήταν οι μισοί.
- Τί να σου πω; Εγώ τη δουλειά μου έβλεπα. Κόβω ένα φύλλο της καρυδιάς, το βάνω στην πληγή. Καταλάγιασε ψίχα ο πέτος απ’τον πόνο και κίνησε πάλε. Πού να στα λέω τώρα όλα.
- Λέγε, να μου τα πεις, δε βιάζομαι καθόλου. Τί έγινε μετά;
- Έφτασα κάποια ώρα στην Κίνα, και θέλησε ο διάολος και μου 'δωκε ένα χέρι και το 'φκιασα το καζάνι. Έβρασε για καλά το κραμπολάχανο, έφαγα εγώ, έδωκα και του πέτου μου, έδωκα και στον κόσμο να χορτάσει, κι ύστερα έκανα να γυρίσω πίσω.
- Βραβείο δε σου δώκανε;
- Περίμενε. Περνάω που λες από τον ίδιο δρόμο, κι όντας ζύγωνα στην καρυδιά, τί να ιδώ;
- Είχανε φάει όλα τα καρύδια;
- Μη βιάζεσαι. Άλλο έγινε. Ζευγάρια και καματερά κι αλέτρια αμέτρητα κι άνθρωποι πολλοί πάνω στην καρυδιά, χαλασμός κόσμου! Άλλοι όργωναν, άλλοι έσπερναν, άλλοι αλώνιζαν κι άλλοι λίχνιζαν. Θαύμαζα κι εγώ!.
- Τι είχε γίνει;
- Πού να μου πάει ο νους εμένα! Πέρασε κάμποση ώρα και τότες θυμήθηκα. Τα χώματα και τα λιθάρια, που ρίχνανε για να γκρεμίσουν τα καρύδια, όντας διάβαινα, -ου! λέω κι εγώ. μωρέ, για ιδές!- από εκείνα τα χώματα νά! γίνηκαν χωράφια και να! τα σπέρνουν τώρα και τ' αλωνίζουν απάνω στα φύλλα της καρυδιάς! Τι είναι τούτος ο κόσμος, Θέ μου!
- Μα καλά έσπερναν και θέριζαν συνάμα;
- Όπως στο λέω. Μα κοίτα να δεις πιο κάτω τί μου συνέβη. Κίνησα πάλε και στο δρόμο δίψασα. Γλέπω μια γούρνα και πάω κοντά. Κάνω να πιω, δεν έφτανα. Δεν είχα και καν’αγγειό κοντά μου. Είδα κι απόειδα, βγάνω το καύκαλο του κεφαλιού μου και πίνω.
- Ξεδίψασες;
- Ου, να δεις, κεφαλάρι ήτανε μεσ’τον κάμπο. Καβαλικεύω, που λες, πάλε τον πέτο μου και δρόμο πάλε. Έτρεχε ο πέτος, κι απ’το τρεχιό ίδρωσα. Μ' έφαε το κεφάλι μου. Κάνω να ξυστώ και μπλουμ! μέσα στο μυαλό τα δάχτυλά μου.
- Έπαθες ζημιά; Χάθηκε το θυμητικό σου;
- Κάθε άλλο. Τότε ζωήρεψε το μυαλό μου και θυμήθηκα πού τ' άφηκα το καύκαλο. Γυρνάω, που λες πίσω με αγωνία, και γλέπω μια αλ’πού, που 'φευγε σα πέρα με το καύκαλο στο στόμα. Τι να κάμω κι εγώ, είπα να φύγω να προλάβω στο μύλο τ’ αλεσμένο στάρι, γιατί πέρασε η ώρα και θα ‘ταν έτοιμο πια, κι ύστερα να πάω για την αλ’πού.
- Και πού θα τη βρεις όμως τώρα; του λέει ο μυλωνάς.
- Δώσε μου εσύ τ' αλεύρι, και τη βρίσκω εγώ. Πιο πονηρή από σενα δεν είναι. Μια και μπόρεσα να σε γελάσω εσένα, εκείνην την έχω πια στο χέρι.
Το κατάλαβε ο μυλωνάς, πως βρήκε το μάστορά του, και γελάστηκε κι έχαψε τα ψέματα του μικρού, κι έτσι αναγκάστηκε να του παραδώσει το αλεύρι, που στο μεταξύ ήταν έτοιμο. Κι έχασε και τ’αλεστικά...
Γιάννα Σέργη. Λαϊκά παραμύθια της Ηπείρου.
Εκδ. «Εν πλω». Αθήνα 2008 σελ.57-60 (ελαφρά διασκευή)
Το νόημα του παραμυθιού:
Η ελληνική ψυχή είναι απ’τη φύση της ακμαία και πνευματώδης. Το ελληνικό πνεύμα είναι σπινθηροβόλο. Ακόμη και σε επαρχιακές περιοχές οι αγρότες δεν εννοούν να περνά η ζωή μονότονα, αλλά αγαπούν το «ξάφνιασμα», την επινοητικότητα, το χιούμορ, μια ιδιάζουσα άμιλλα, πάνω στο ποιός θα υπερκεράσει την οξύνεια και ευστροφία του άλλου.
Ο «διαγωνισμός ψέματος» του αφηγήματος, ενώ εμπερικλείει «στοίχημα» και «συμφωνημένη» εξαπάτηση και εκμετάλλευση του άλλου, συνάμα διασώζει στο βάθος του και αθωότητα και τιμιότητα, αφού στο τέλος αδιαμαρτύρητα ζημιώνεται ο νικημένος.
Η επιτυχία στην αναμέτρηση ευρίσκετο στο να κατορθώσει ο αφηγούμενος την ψεύτικη ιστορία να σαγηνεύσει τόσο πολύ τον συνομιλητή του, ώστε αυτός απορροφημένος και συνεπαρμένος από την πλοκή, να παρέμβει αυθορμήτως και να διατυπώνει κρίσεις ή απορίες πάνω στα γεγονότα, σαν να ήταν αυτά αληθινά. Αυτό σημαίνει ότι ο νους του έχασε προς στιγμήν την εγρήγορση και στιλπνότητά του και πίστεψε την ψεύτικη ιστορία ως αληθινή. Αυτό έπαθε ο μυλωνάς.
Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020
Αποτυχία..
Πώς
τα κατάφερα έτσι στη ζωή μου..
Δεν είναι πού
ξέπεσα,
αλλά
πώς και από πού «κατάφερα» να φθάσω μέχρι εδώ..
Το μόνο που με παρηγορεί, είναι η θάλασσα
γύρω.
ήρεμη μάλιστα.
Θάλασσα πανσοφίας, που με διεπέρασε,
τόσο ανερμήνευτα και ανεπιθύμητα.
Θάλασσα ελέους που με κυκλώνει..
Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2020
Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2020
Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2020
Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2020
Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2020
Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2020
Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2020
Κώστας Περρίκος
Αθήνα |
«Μαρία μου:
Μου μένουν ακόμη λίγα λεπτά ζωής.
Και στις τελευταίες μου στιγμές θα σ’ αγαπώ και θα σε θυμάμαι.
Φίλησέ μου τ’ αγγελούδια μας.
Μου μένουν ακόμη λίγα λεπτά ζωής.
Και στις τελευταίες μου στιγμές θα σ’ αγαπώ και θα σε θυμάμαι.
Φίλησέ μου τ’ αγγελούδια μας.
Οι φίλοι μου ας κάμουν το χρέος
τους.
Πεθαίνω για την Ελλάδα και θυμάμαι την τελευταία στροφή του ύμνου του Μιστράλ:
Πεθαίνω για την Ελλάδα και θυμάμαι την τελευταία στροφή του ύμνου του Μιστράλ:
«Κι αν
πρέπει να πεθάνουμε για την Ελλάδα,
θεία είν' η δάφνη· μια φορά κανείς
πεθαίνει»..
Εγκαταλείπω τον κόσμο χωρίς μίση
και κακίες.
Αγωνίσθηκα για την πατρίδα μου.
Για την δική τους πατρίδα
αγωνίζονται κι’ εκείνοι οι οποίοι με καταδίκασαν.
Θα ήθελα το αίμα μου να μην μας
χωρίση αλλά να μας ενώση στο μέλλον με τους σημερινούς αντιπάλους».
Φυλακαί Αβέρωφ, κελί 12,
4 Φεβρουαρίου 1943, ώρα 5.20΄ π.μ.
Ο Κώστας Περρίκος, 37 ετών, αρχηγός της αντιστασιακής οργάνωσης ΠΕΑΝ, εκτελέστηκε στις 4 Φεβρουαρίου 1943 ώρα 7.30'πμ, έπειτα από την πραγματοποίηση της μεγαλύτερης αντιστασιακής πράξης σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη μέχρι τότε: την ανατίναξη της φιλοναζιστικής οργάνωσης ΕΣΠΟ στο κέντρο της Αθήνας (Πατησίων και Γλάδστωνος), που στρατολογούσε Έλληνες, για να πολεμήσουν στο πλευρό της Βέρμαχτ στο ανατολικό μέτωπο.
Σκοτώθηκαν πολλά μέλη της ΕΣΠΟ, ανάμεσά τους και ο αρχηγός της, γιατρός Σπύρος Στεροδήμος. (20 Σεπτεμβρίου 1942, ώρα 12.03')
Ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου, Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, γράφει στην «Καθημερινή» (26/9/2010):
«Η καταστροφή υπήρξε ολοκληρωτική, και ποτέ πια οι προδότες δεν συνήλθαν από το πλήγμα.
Ήταν το τέλος των προσπαθειών για δημιουργία ενός ελληνικού ναζιστικού κινήματος, και επομένως η ενέργεια της ΠΕΑΝ προκάλεσε μείζονα πολιτικά και κοινωνικά αποτελέσματα στην Ελλάδα της Κατοχής.
Το ηθικό του χειμαζόμενου λαού τονώθηκε.
Οι συμμαχικοί ραδιοσταθμοί ύμνησαν την επιχείρηση, που άλλωστε αποτελούσε το μεγαλύτερο έως τότε σαμποτάζ σε πόλη της κατεχόμενης Ευρώπης.
Μόνη παραφωνία, η αποκήρυξη του σαμποτάζ από το ΕΑΜ, που το χαρακτήρισε ως «προβοκάτσια της Γκεστάπο», ενώ αποκάλεσε την ΠΕΑΝ «αντεθνική οργάνωση».
Το ΕΑΜ ενοχλήθηκε από την πιθανή εμφάνιση ενός εναλλακτικού πόλου στην αθηναϊκή Αντίσταση».
Πριν από την εκτέλεση, ο Περρίκος στράφηκε προς τους Γερμανούς αξιωματικούς που διοικούσαν το απόσπασμα και τους είπε:
«Είμαι Ελλην αξιωματικός, έκαμα το καθήκον μου».
Καλλιμασιά Χίου |
Ποιος να θυμηθεί τον Κώστα Περρίκο και αυτήν την ιστορία γενναιότητας, ΑΛΗΘΙΝΟΥ πατριωτισμού και ιπποσύνης;
Ποιος να το κάνει, στην χώρα των ..ανύπαρκτων! «νεκρών της ΕΡΤ» ή της έξαλλης πατριδοκαπηλίας των Ορκ του εθνικισμού και του υπερπατριωτικού παλιμπαιδισμού ρηχών, και απαίδευτων μαζών;
ΥΓ: «Εγκαταλείπω τον κόσμο χωρίς μίση και κακίες. Αγωνίσθηκα για την πατρίδα μου.
Για την δική τους πατρίδα αγωνίζονται κι’ εκείνοι οι οποίοι με καταδίκασαν.
Θα ήθελα το αίμα μου να μην μας χωρίση αλλά να μας ενώσει στο μέλλον με τους σημερινούς αντιπάλους»...
Τί μεγαλείο, τί ομορφιά!
Και τί οραματισμός μιας ενωμένης Ευρώπης, στην οποία φτάσαμε με αίμα και με δάκρυα..
Και τί οραματισμός μιας ενωμένης Ευρώπης, στην οποία φτάσαμε με αίμα και με δάκρυα..
https://www.facebook.com/photo.php?fbid=10158157850469884&set=a.10150420275334884&type=3&theater
ΥΓ-2:
Είναι, πραγματικά, συγκινητική και αθιοθαύμαστη η ανωτερότητα, η
ευγένεια ψυχής, το δυσθεώρητο ύψος ήθους του Κώστα Περρίκου.
Ωστόσο, καλό είναι να μην είμαστε
τόσο ιδεολόγοι, ιδίως όταν απέναντί μας εμφανίζονται τέρατα και καθάρματα τύπου
Χιτλερισμού..
Και εξηγούμαι:
α. Οι χιτλερικοί της εποχής
εκείνης, δεν αγωνίζονταν βέβαια για την πατρίδα τους, η οποία δεν κινδύνευε από
κανέναν, πλην της εξαλλοσύνης του αρχηγού της, του Χίτλερ. Και η εξαλλοσύνη, το
πάθιασμα, ο φανατισμός, η αιμοδιψής μανία να επιβάλουν το Κράτος τους υπεράνω
όλων των άλλων, δεν ονομάζεται με κανένα τρόπο «φιλοπατρία».
β. Ο οραματισμός μιας ενωμένης
Ευρώπης, που προς αυτήν «με αίμα και δάκρυα» ενατένισαν πολλοί ιδεολόγοι τις
τελευταίες δεκαετίες, δεν ήταν όραμα πατριωτισμού, ούτε καν όραμα ευγενούς
πολιτισμού και ειρήνης για πολιτισμική άνοδο, αλλά ήταν -απλούστατα- υπολογισμός
καθαρά κυνικός των ισχυρών της Ευρώπης (και των Τοκογλύφων της), για οικονομική
ανάπτυξη και για κερδοσκοπία ουσιαστικά των ισχυρών εμπνευστών της Ένωσης (των
Γερμαναράδων τελικά). Μηδέν εις το πηλίκον. Ή μάλλον υπό το μηδέν. Πολικό
γερμανικό τοκογλυφικό ψύχος.
γ. Όταν οι γερμανοί αξιωματικοί χαιρετούν στρατιωτικά τον Κώστα
Περρίκο, τί δηλώνουν, ποιό μήνυμα δίνουν; (για να συνεννοούμαστε). Ο
οποιοσδήποτε μη ιδιαίτερα ευφυής άνθρωπος θα ερμήνευε: «Σε παραδεχόμαστε!
Αποκαλυπτόμαστε μπροστά σου. Σε σεβόμαστε». Ωραία. Και μετά; Διατάζετε πυρ;; Εκτελείτε;;
ΥΠΟΚΡΙΤΑΙ!!! Άϊ, στα τσακίδια!..
Κώστας
Περρίκος
Ο Κωνσταντίνος Περρίκος γεννήθηκε στις 23
Απριλίου 1905 στην Καλλιμασιά της Χίου. Παιδί χωρισμένων γονιών, μεγάλωσε στο
μοναστήρι του χωριού με τις δύο καλόγριες, αδελφές του πατέρα του. Μόλις
τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου
ζούσε μία άλλη θεία του. Εκεί τελείωσε το Γυμνάσιο και το 1925 επέστρεψε στην
Ελλάδα για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Τον επόμενο χρόνο εγγράφηκε
στη Στρατιωτική Σχολή Αεροπορίας στο Σέδες Θεσσαλονίκης και το 1932 ονομάστηκε
ανθυποσμηναγός. Ενδιάμεσα, το 1929, είχε νυμφευτεί τη Μαρία Δεληγεώργη, με την
οποία θα αποκτήσει τρία παιδιά.
Το 1934 γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο
και μετείχε ενεργά στο Εθνικόν Ενωτικόν Κόμμα, ένα κόμμα κεντροαριστερής
απόκλισης, που ίδρυσε τον Δεκέμβριο του 1935 ο νεαρός καθηγητής Πανεπιστημίου
και πολιτικός. Νωρίτερα, στις 27 Απριλίου 1935, είχε αποταχθεί από την Πολεμική
Αεροπορία, αν και είχε αθωωθεί δικαστικά, επειδή με σειρά άρθρων του στην
εφημερίδα Εστία είχε ασκήσει κριτική στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία.
Θεωρούσε ως μη αξιόμαχη την Πολεμική Αεροπορία και ζητούσε την αναδιοργάνωσή
της, με τη δημιουργία κρατικής αεροπορικής βιομηχανίας, προκειμένου η Ελλάδα να
απαλλαγεί από ξένες πολιτικές και οικονομικές επιρροές στην εκλογή διαφόρων
τύπων αεροσκαφών.
Αντιτάχθηκε στο μεταξικό καθεστώς της 4ης
Αυγούστου, αλλά με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου (28 Οκτωβρίου 1940)
ζήτησε με αίτησή του στο Υπουργείο Αεροπορίας την ανάκλησή του στην ενεργό
υπηρεσία. Η αίτησή του έγινε δεκτή στις 23 Νοεμβρίου 1940 και αμέσως προωθήθηκε
στο Μέτωπο. Μετά την κατάρρευση του Μετώπου, το Υπουργείο Αεροπορίας τον
θεώρησε απολυθέντα από 1ης Μαΐου 1941.
Πνεύμα ανήσυχο και αδούλωτο, αμέσως μετά την
αποστράτευσή του ίδρυσε στην Αθήνα μία από τις πρώτες αντιστασιακές οργανώσεις,
τη «Στρατιά των Σκλαβωμένων Νικητών». Η οργάνωση αυτή αποτέλεσε το πρόπλασμα
για την ίδρυση την 1η Οκτωβρίου 1941 της Πανελληνίου Ενώσεως Αγωνιζομένων
Ελλήνων, γνωστής με τα αρχικά ΠΕΑΝ, που θεωρήθηκε από πολλούς τέκνο του
Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Ο Περρίκος, ψυχή της οργάνωσης, ανέλαβε το
επιχειρησιακό σκέλος της ΠΕΑΝ, τον «Ουλαμό Καταστροφών», όπως ονομάστηκε. Στις
15 Αυγούστου 1942, δεύτερη επέτειο του τορπιλισμού της Έλλης, η ομάδα του
Περρίκου έριξε βόμβα στο εσωτερικό του κτιρίου του Γερμανικού Αναμορφωτηρίου,
επί των οδών Πατησίων και Βασιλέως Ηρακλείου, η οποία προκάλεσε σοβαρές
καταστροφές και τραυματισμούς Γερμανών στρατιωτικών. Έξι μέρες αργότερα, δύο
μέλη του «Ουλαμού Καταστροφών», ο Αντώνης Μυτιληναίος και Νικόλαος Μούρτος
τοποθέτησαν βόμβα στα γραφεία της προδοτικής οργανώσεως ΟΕΔΕ, στην οδό
Κατακουζηνού 7, κοντά στην Ομόνοια.
Στην ΠΕΑΝ και την ομάδα Περρίκου οφείλεται μία
από τις κορυφαίες πράξεις της Εθνικής Αντίστασης, η ανατίναξη των γραφείων της
προδοτικής οργάνωσης ΕΣΠΟ (Εθνικο-Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωσις) στη
διασταύρωση των οδών Πατησίων και Γλάδστωνος, στις 20 Σεπτεμβρίου 1942. Η ΕΣΠΟ
είχε ιδρυθεί το καλοκαίρι του 1941 από τον γιατρό Σπύρο Στεροδήμα και συνεργαζόταν
με τους Γερμανούς κατακτητές. Η ανατίναξη του κτιρίου της ΕΣΠΟ χαρακτηρίστηκε
από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς της Μόσχας ως το μεγαλύτερο σαμποτάζ που είχε
γίνει μέχρι τότε στην κατεχόμενη Ευρώπη.
Το πλήγμα ήταν μεγάλο για τις κατοχικές αρχές
και τους εγχώριους συνεργάτες τους. Η Γκεστάπο εξαπολύει ανθρωποκυνηγητό για
την εξάρθρωση της ΠΕΑΝ. Στις 11 Νοεμβρίου 1942, κατόπιν προδοσίας, ο Κώστας
Περρίκος με 12 συναγωνιστές του συλλαμβάνονται σ’ ένα από τα κρησφύγετα της
οργάνωσης στην Καλλιθέα. Στις 31 Δεκεμβρίου 1942, ο Κώστας Περρίκος
καταδικάζεται από Γερμανικό Στρατοδικείο της Αθήνας τρις εις θάνατο και 15ετή
ειρκτή και μεταφέρεται στις φυλακές Αβέρωφ στο κελί των μελλοθανάτων Νο12. Στις
23 Ιανουαρίου 1943 οι Γερμανοί επιτρέπουν στην οικογένειά του να τον επισκεφθεί
στη φυλακή. Ήταν η τελευταία φορά που τον είδαν η γυναίκα και τα παιδιά του
ζωντανό.
Νωρίς το πρωί της 4ης Φεβρουαρίου 1943 οδηγήθηκε στον τόπο της
εκτελέσεώς του, στο Σκοπευτήριο Καισαριανής. Αφού κοινώνησε των Αχράντων
Μυστηρίων απευθύνθηκε στους παριστάμενους Γερμανούς: «Δεν αισθάνομαι τίποτα
εναντίον σας. Εσείς κάνατε το καθήκον σας. Ομοίως, έκανα κι εγώ το δικό μου.
Είμαι Έλληνας αξιωματικός της Αεροπορίας - Υποσμηναγός. Σας ευχαριστώ πολύ». Οι
παριστάμενοι Γερμανοί αξιωματικοί χαιρέτισαν άπαντες στρατιωτικά. Στις 7:30
π.μ. αναφώνησε «Ζήτω η Ελλάς!» και δευτερόλεπτα μετά έπεφτε άπνους από τις
σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος.
Λίγους μήνες μετά το θάνατό του (11 Σεπτεμβρίου
1943) το Υπουργείο Αεροπορίας τον επανέφερε στην επετηρίδα των μονίμων
αξιωματικών και τον προήγαγε στο βαθμό του Αντισμηνάρχου επ’ ανδραγαθία.
Στις 7 Φεβρουαρίου 1987 γίνονται τα
αποκαλυπτήρια της προτομής του Κ. Περρίκου στην πατρίδα του την Καλλιμασιά, ενώ
στις 2 Σεπτεμβρίου 1987 έγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του στην οδό
Γλάδστωνος στην Αθήνα, όπου το κτίριο της ΕΣΠΟ, και στη Χώρα της Χίου, στον
Δημοτικό Κήπο στις 28.10.2018.
Την
επόμενη μέρα των αποκαλυπτηρίων της προτομής στην Αθήνα, ο δημοσιογράφος Φρέντυ
Γερμανός επανέρχεται σχολιάζοντας τις υποθήκες του Κώστα Περρίκου:
«Αναρωτιέμαι
πόσοι από τους εραστές της σημερινής Ενωμένης Ευρώπης θα είχαν το κουράγιο να
κάνουν αυτή την γενναία προφητεία, την ώρα που τους σημάδευαν τα Γερμανικά πολυβόλα;
Δέκα, πέντε, τρεις, ένας, κανένας;
Κάτι
μου λέει ότι η προτομή του Κ. Περρίκου δεν έπρεπε να στηθεί στα Χαυτεία. Έπρεπε
να στηθεί στην καρδιά της Ευρώπης. Ίσως μπρος στο Κοινοβούλιό της. Εκεί είναι η
θέση του. Του την χρωστάτε. Ενας απλός Ελληνας Αεροπόρος σάς άνοιξε το 1943 το
δρόμο, στον οποίο σήμερα πορεύεστε».
Η εφημερίδα «Μάχη» του Ηλία Τσιριμώκου
σκιαγραφεί ως εξής τον Κώστα Περρίκο, λίγες ημέρες μετά την εκτέλεση του.
«Μικρόσωμος, λεπτός με μέτωπο ευρύ και μάτια διαπεραστικά και ρεμβώδη, γελαστός
πάντα και μειλίχιος στους τρόπους, έμοιαζε περισσότερο ποιητής και λιγότερο ή
καθόλου επαναστάτης, αλλά έκλεινε μέσα στην ψυχή του την Ελλάδα. Κάτω από τον
ζυγό και την τρομοκρατία άρχισαν να κινούνται μερικοί ανυπότακτοι Έλληνες.
Πρώτος μεταξύ των πρώτων, ο μικρόσωμος Υποσμηναγός ανέπτυξε τότε μιαν αφάνταστη
δραστηριότητα. Ευκίνητος, εύγλωττος, ακαταπόνητος, έτρεχε, έμπαινε παντού,
έπειθε, στρατολογούσε, φορολογούσε, οργάνωνε τη Στρατιά των Ελλήνων που θα
κρατούσαν τα όπλα και τα φλάμπουρα και την τιμή της Ελλάδας ψηλά. Προσηλωμένος
στο όραμα, δεν άκουσε τις συμβουλές των φρονίμων. “Έχεις γυναίκα και παιδιά
Περρίκο”. “Η ζωή μας ανήκει στην Ελλάδα”, ήταν η απάντηση του».
https://www.sansimera.gr/biographies/596
https://www.sansimera.gr/articles/309
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%8E%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%82_%CE%A0%CE%B5%CF%81%CF%81%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82
Για
τον Κ. Περρίκο μπορεί να διαβάσει κανείς πολύ περισσότερα στο Βιβλίο
"Κωνσταντίνος Περρίκος, η βιογραφία ενός ήρωα" των Παντελή Βατάκη,
Κωνσταντίνου Λαγού και Βασίλη Φίλια, ενώ για την ανάδειξη της προσωπικότητας
του, τα γραπτά του παραπέμπουν ευθέως στη δημιουργία της ΕΕ, την ώρα που αυτή
σπαράσσεται από... πόλεμο, αγωνίστηκε επί μακρόν ο ιστορικός και συγγραφέας της
Καλλιμασιάς Δημήτρης Μελαχροινούδης.
Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2020
Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2020
Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)