Δεν σύχναζε σε Συνέδρια, ούτε ως Ομιλητής (που θα μπορούσε) ούτε ως απλός ακροατής.
Δεν έγραφε βιβλία.
Δεν αρθρογραφούσε, ούτε σε έντυπο ούτε σε ηλεκτρονικό δημόσιο λόγο.
Δεν κήρυττε!..
Λειτουργούσε..
Έψαλλε στο αναλόγιο της Μονής, με καλογερικό απλό ύφος..
Εξομολογούσε και ανέπαυε πλήθος ψυχών, με πραότητα, με παραδοσιακότητα, με υπομονή απέραντη.. Χωρίς να δημιουργήσει ρεύμα πνευματικών παιδιών και ακολούθων του.. ή φήμη περιωνύμου γέροντος..
Χαμογελούσε απαλά, με απλότητα στον καθένα..
Υπάκουε ταπεινά, αδιαμαρτύρητα, με ακρίβεια.
Σιωπούσε..
Θυμήθηκα την περίπτωση του Οσίου Ακακίου, του εν τη κλίμακι αναφερομένου (26 Νοε)
Ζούσε μέσα σε σιωπή και απόλυτη υπακοή.
Και κάποια στιγμή ο σωματικός οργανισμός του λύγισε, έπεσε στο κρεβάτι, εξέπνευσε.
Ο γέροντάς του τρέχει στον αββά Ιωάννη, που ασκήτευε εκεί πλησίον: "Έφυγε ο Ακάκιος! Χάσαμε τον Ακάκιο!" του κραυγάζει μέσα σε λυγμούς.
"Ο Ακάκιος; Μας τον πήρε ο Θεός; Αδύνατον." απαντά αιφνιδιασμένος και έκπληκτος ο Αββάς. Και πετιέται πάνω να τρέξει κοντά στον άνθρωπο του Θεού.
Πλησιάζοντας φωνάζει:
"Ακάκιε αδελφέ, μας έφυγες; πέθανες; πού είσαι;"
Τότε, ο κεκοιμημένος δούλος του Θεού, ξαπλωμένος στο νεκροκρέββατο, άνοιξε τα μάτια και μίλησε:
"Είναι ποτέ δυνατόν, γέροντα, να πεθάνει άνθρωπος υπακοής;"
Και ξανάπεσε ειρηνικός, για τον αιώνιο ύπνο..
Ταφέντος οὖν αὐτοῦ ἐν τῷ κοιμητηρίῳ τῶν Πατέρων, μετὰ πέντε ἡμέρας ἀπῆλθε πρός τινα γέροντα μέγαν τῶν αὐτόθι ὁ τοῦ Ἀκακίου ἐπιστάτης, καὶ λέγει αὐτῷ· Πάτερ, ὁ ἀδελφὸς Ἀκάκιος ἀπέθανεν. Ὡς δὲ ἤκουσεν ὁ γέρων, λέγει τῷ εἰπόντι· Πίστευσον, γέρον, οὐ πείθομαι. Ὁ δέ φησιν· Ἔρχου καὶ ἴδε. Ἀνέστη ὁ γέρων τάχιστα, καὶ καταλαμβάνει τὸ κοιμητήριον σὺν τῷ ἐπιστάτῃ τοῦ μακαρίου πύκτου· καὶ βοᾷ ὡς ζῶντι πρὸς τὸν ἀληθῶς ἐν κοιμήσει ζῶντα, καὶ λέγει· Ἀδελφὲ Ἀκάκιε, ἀπέθανες; Ὁ δὲ εὐγνώμων ὑπήκοος, καὶ μετὰ θάνατον ὑπακοὴν ἐνδεικνύμενος, ἀπεκρίνατο πρὸς τὸν μέγαν· Πῶς, Πάτερ, ἀποθανεῖν δυνατὸν ἄνθρωπον ὑπακοῆς ἐργάτην; Κλίμαξ Ιωάννου. Λόγος Δ´ πργρ.120
Δεν έγραφε βιβλία.
Δεν αρθρογραφούσε, ούτε σε έντυπο ούτε σε ηλεκτρονικό δημόσιο λόγο.
Δεν κήρυττε!..
Λειτουργούσε..
Έψαλλε στο αναλόγιο της Μονής, με καλογερικό απλό ύφος..
Εξομολογούσε και ανέπαυε πλήθος ψυχών, με πραότητα, με παραδοσιακότητα, με υπομονή απέραντη.. Χωρίς να δημιουργήσει ρεύμα πνευματικών παιδιών και ακολούθων του.. ή φήμη περιωνύμου γέροντος..
Χαμογελούσε απαλά, με απλότητα στον καθένα..
Υπάκουε ταπεινά, αδιαμαρτύρητα, με ακρίβεια.
Σιωπούσε..
Θυμήθηκα την περίπτωση του Οσίου Ακακίου, του εν τη κλίμακι αναφερομένου (26 Νοε)
Ζούσε μέσα σε σιωπή και απόλυτη υπακοή.
Και κάποια στιγμή ο σωματικός οργανισμός του λύγισε, έπεσε στο κρεβάτι, εξέπνευσε.
Ο γέροντάς του τρέχει στον αββά Ιωάννη, που ασκήτευε εκεί πλησίον: "Έφυγε ο Ακάκιος! Χάσαμε τον Ακάκιο!" του κραυγάζει μέσα σε λυγμούς.
"Ο Ακάκιος; Μας τον πήρε ο Θεός; Αδύνατον." απαντά αιφνιδιασμένος και έκπληκτος ο Αββάς. Και πετιέται πάνω να τρέξει κοντά στον άνθρωπο του Θεού.
Πλησιάζοντας φωνάζει:
"Ακάκιε αδελφέ, μας έφυγες; πέθανες; πού είσαι;"
Τότε, ο κεκοιμημένος δούλος του Θεού, ξαπλωμένος στο νεκροκρέββατο, άνοιξε τα μάτια και μίλησε:
"Είναι ποτέ δυνατόν, γέροντα, να πεθάνει άνθρωπος υπακοής;"
Και ξανάπεσε ειρηνικός, για τον αιώνιο ύπνο..
Ταφέντος οὖν αὐτοῦ ἐν τῷ κοιμητηρίῳ τῶν Πατέρων, μετὰ πέντε ἡμέρας ἀπῆλθε πρός τινα γέροντα μέγαν τῶν αὐτόθι ὁ τοῦ Ἀκακίου ἐπιστάτης, καὶ λέγει αὐτῷ· Πάτερ, ὁ ἀδελφὸς Ἀκάκιος ἀπέθανεν. Ὡς δὲ ἤκουσεν ὁ γέρων, λέγει τῷ εἰπόντι· Πίστευσον, γέρον, οὐ πείθομαι. Ὁ δέ φησιν· Ἔρχου καὶ ἴδε. Ἀνέστη ὁ γέρων τάχιστα, καὶ καταλαμβάνει τὸ κοιμητήριον σὺν τῷ ἐπιστάτῃ τοῦ μακαρίου πύκτου· καὶ βοᾷ ὡς ζῶντι πρὸς τὸν ἀληθῶς ἐν κοιμήσει ζῶντα, καὶ λέγει· Ἀδελφὲ Ἀκάκιε, ἀπέθανες; Ὁ δὲ εὐγνώμων ὑπήκοος, καὶ μετὰ θάνατον ὑπακοὴν ἐνδεικνύμενος, ἀπεκρίνατο πρὸς τὸν μέγαν· Πῶς, Πάτερ, ἀποθανεῖν δυνατὸν ἄνθρωπον ὑπακοῆς ἐργάτην; Κλίμαξ Ιωάννου. Λόγος Δ´ πργρ.120
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου