Στην πνευματική ζωή, άθλημα αξιολογότατο είναι η υπακοή, ή αλλιώς, η άρνηση του ιδίου θελήματος.
Ο υποκτακτικός, ο μικρότερος, ο καθοδηγούμενος, προσλαμβάνει από τον καθοδηγό και Γέροντά του κάποιες συμβουλές ή σε επείγουσες περιπτώσεις κάποιες εντολές και οφείλει να συμμορφωθεί με αυτές.
Ο βασικός στόχος, και η αιτιολογία αυτής της συμμορφώσεως και υπακοής είναι αφ' ενός ότι ο νεώτερος δεν έχει τόση πείρα της ζωής, και αφ'ετέρου ότι πρέπει να κόψει τον εγωϊσμό και το θέλημά του και να δρομολογηθεί σε α-πάθεια και ανωτερότητα.
Μέχρι εδώ όλα είναι κοινά και με μια κοσμική πειθαρχία. Σε μια Υπηρεσία ο εργαζόμενος θα πειθαρχήσει στον Προϊστάμενό του, ο μαθητής στον Καθηγητή του, το παιδί στον γονιό, ο υπάλληλος στο αφεντικό του, ο στρατιώτης στον αξιωματικό.
Ποιά η διαφορά της κοινής πειθαρχίας ή της κοινότυπης υπακοής με την πνευματική υπακοή;
Απλούστατα: Εάν είναι δεδομένο και αποκλειστικό ο ανώτερος να δίνει εντολές και ο μικρότερος να τις εισπράττει και να εφαρμόζει το θέλημα του ανωτέρου, αυτό είναι σκληρή και άτεγκτη πειθαρχία, της οποίας η ατμόσφαιρα είναι άκαρδη, καταπιεστική, τραχειά.
Πόσες φορές ακούσαμε έναν "αυθάδη" έφηβο να ρωτάει το γονιό του: Γιατί να το κάνω αυτό;
Και ο γονιός να απαντάει: Γιατί το λέω εγώ!!!
Εάν όμως η διαπροσωπική σχέση βασίζεται στην χριστιανική πνοή και τον πόθο να επικρατεί παντού το θείον θέλημα (όχι αναγκαστικά το θέλημα του ανωτέρου) και να υποχωρεί ο εγωϊσμός (ανωτέρων και κατωτέρων) και οι ψυχές να είναι τρυφερές και ευγενείς και απαλές και διακριτικές και στοργικές, και να επικρατεί παντού η α-πάθεια και η ψυχική ελευθερία, τότε το κλίμα είναι τόσο ανάλαφρο και υγιές, τόσο ζωογόνο, τότε οι ενέργειες του καθενός μεγαλυτέρου ή μικροτέρου κινούνται μέσα σε συγκίνηση και φιλοτιμία, μέσα σε ένθερμη αγάπη και ενότητα ψυχών.
Λέει ο Γέροντας στον υποτακτικό: πήγαινε να γυαλίσεις τα μανουάλια. Απαντάει ο υποτακτικός: τα λαχανικά στο περιβόλι θέλουν πότισμα. Είναι πιό επείγον αυτό. Γέροντας: Κάνε υπακοή, παραμέρισε το θέλημά σου. Υποτακτικός: Κι αυτό που ζητάς εσύ, θέλημα δεν είναι; Γιατί να γίνει το δικό σου; Γέροντας: Μα, εγώ έχω τόσα χρόνια, που ασκήθηκα στην υπακοή και στην εκκοπή του θελήματος. Υποτακτικός: Ωραία, απόδειξέ το! Ξεπέρασε εσύ το θέλημά σου. Γέροντας: Ευλόγησον, παιδί μου, ας μη γίνει το δικό μου. Πήγαινε στο περιβόλι. Κι αυτό καλό είναι..
Μακάρι μέσα σε τέτοια ατμόσφαιρα να οικοδομούμε τις σχέσεις μας και να ζούμε.
Σε αμοιβαία υπακοή, σε κοινό αγώνα κατά του σκληρού εγωϊστικού θελήματος, σε αμοιβαία ευγένεια και άμιλλα φιλοτιμίας ψυχών..
Ο υποκτακτικός, ο μικρότερος, ο καθοδηγούμενος, προσλαμβάνει από τον καθοδηγό και Γέροντά του κάποιες συμβουλές ή σε επείγουσες περιπτώσεις κάποιες εντολές και οφείλει να συμμορφωθεί με αυτές.
Ο βασικός στόχος, και η αιτιολογία αυτής της συμμορφώσεως και υπακοής είναι αφ' ενός ότι ο νεώτερος δεν έχει τόση πείρα της ζωής, και αφ'ετέρου ότι πρέπει να κόψει τον εγωϊσμό και το θέλημά του και να δρομολογηθεί σε α-πάθεια και ανωτερότητα.
Μέχρι εδώ όλα είναι κοινά και με μια κοσμική πειθαρχία. Σε μια Υπηρεσία ο εργαζόμενος θα πειθαρχήσει στον Προϊστάμενό του, ο μαθητής στον Καθηγητή του, το παιδί στον γονιό, ο υπάλληλος στο αφεντικό του, ο στρατιώτης στον αξιωματικό.
Ποιά η διαφορά της κοινής πειθαρχίας ή της κοινότυπης υπακοής με την πνευματική υπακοή;
Απλούστατα: Εάν είναι δεδομένο και αποκλειστικό ο ανώτερος να δίνει εντολές και ο μικρότερος να τις εισπράττει και να εφαρμόζει το θέλημα του ανωτέρου, αυτό είναι σκληρή και άτεγκτη πειθαρχία, της οποίας η ατμόσφαιρα είναι άκαρδη, καταπιεστική, τραχειά.
Πόσες φορές ακούσαμε έναν "αυθάδη" έφηβο να ρωτάει το γονιό του: Γιατί να το κάνω αυτό;
Και ο γονιός να απαντάει: Γιατί το λέω εγώ!!!
Εάν όμως η διαπροσωπική σχέση βασίζεται στην χριστιανική πνοή και τον πόθο να επικρατεί παντού το θείον θέλημα (όχι αναγκαστικά το θέλημα του ανωτέρου) και να υποχωρεί ο εγωϊσμός (ανωτέρων και κατωτέρων) και οι ψυχές να είναι τρυφερές και ευγενείς και απαλές και διακριτικές και στοργικές, και να επικρατεί παντού η α-πάθεια και η ψυχική ελευθερία, τότε το κλίμα είναι τόσο ανάλαφρο και υγιές, τόσο ζωογόνο, τότε οι ενέργειες του καθενός μεγαλυτέρου ή μικροτέρου κινούνται μέσα σε συγκίνηση και φιλοτιμία, μέσα σε ένθερμη αγάπη και ενότητα ψυχών.
Λέει ο Γέροντας στον υποτακτικό: πήγαινε να γυαλίσεις τα μανουάλια. Απαντάει ο υποτακτικός: τα λαχανικά στο περιβόλι θέλουν πότισμα. Είναι πιό επείγον αυτό. Γέροντας: Κάνε υπακοή, παραμέρισε το θέλημά σου. Υποτακτικός: Κι αυτό που ζητάς εσύ, θέλημα δεν είναι; Γιατί να γίνει το δικό σου; Γέροντας: Μα, εγώ έχω τόσα χρόνια, που ασκήθηκα στην υπακοή και στην εκκοπή του θελήματος. Υποτακτικός: Ωραία, απόδειξέ το! Ξεπέρασε εσύ το θέλημά σου. Γέροντας: Ευλόγησον, παιδί μου, ας μη γίνει το δικό μου. Πήγαινε στο περιβόλι. Κι αυτό καλό είναι..
Μακάρι μέσα σε τέτοια ατμόσφαιρα να οικοδομούμε τις σχέσεις μας και να ζούμε.
Σε αμοιβαία υπακοή, σε κοινό αγώνα κατά του σκληρού εγωϊστικού θελήματος, σε αμοιβαία ευγένεια και άμιλλα φιλοτιμίας ψυχών..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου