Έζησε τον 5ον αι. μΧ
Κατέφυγε αρχικά στην Μονή των Ακοιμήτων.
Μετά από άσκηση ετών, γύρισε στο πατρικό του σπίτι, με σκοπό να συνεχίσει μεν την άσκησή του, ως άγνωστος πτωχός, να συντελέσει δε στην ευσέβεια των γονέων του.
Στο τέλος της ζωής του αποκάλυψε την ταυτότητά του..
Κατέφυγε αρχικά στην Μονή των Ακοιμήτων.
Μετά από άσκηση ετών, γύρισε στο πατρικό του σπίτι, με σκοπό να συνεχίσει μεν την άσκησή του, ως άγνωστος πτωχός, να συντελέσει δε στην ευσέβεια των γονέων του.
Στο τέλος της ζωής του αποκάλυψε την ταυτότητά του..
Ταῦτα βλέπων ὁ τῶν ἀδήλων ἐπόπτης Θεός, τοῦ φαίνεται εἰς τὸ
ὅραμα, καὶ χαιρετήσας αὐτὸν προσφιλέστατα, τοῦ εὐηγγέλισεν ὅτι κατὰ τὴν τρίτην
ἡμέραν μέλλει νὰ ὑπάγῃ ἡ ψυχή του εἰς τὴν Οὐράνιον αὐτοῦ Βασιλείαν, καὶ ἔταξε
νὰ τοῦ δώσῃ λαμπροὺς καὶ φιλοτίμους στεφάνους, καὶ ἑτέρας πλουσίας ἀμοιβὰς
ἐπαξίως τῶν πόνων του. Ἐγερθεὶς οὖν μετὰ τὴν ὀπτασίαν εὐθὺς ἔκλαιεν ἀπὸ τὴν
χαρὰν ἠδύτατα καὶ εὐχαρίστει τὸν Κύριον, ἔτι δὲ προσηύχετο ἐξ ὅλης ψυχῆς διὰ
τοὺς γονεῖς του.
Εἶτα προσκαλεσάμενος τὸν πορτάρην, λέγει αὐτῷ·
ὕπαγε παρακαλῶ σε, εἰπὲ ταῦτα πρὸς τὴν κυρίαν σου· ὁ πτωχὸς ἐκεῖνος, ὁποῦ
κείτεται εἰς τὸν πυλῶνα δέεται, πολλὰ τὴν εὐγένειάν σου νὰ μὴ καταφρονήσῃς τὴν
πενίαν αὐτοῦ καὶ εὐτέλειαν, ἀλλὰ νὰ κοπιάσῃς νὰ τὸν ἰδῇς διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ
Χριστού, ὅς τις σὲ θέλει στήσει δι᾿ αὐτὸ εἰς τὴν δεξιάν Του, νὰ ἀκούσῃς παρ
αὐτοῦ, τό, ἀσθενὴς καὶ πτωχὸς ἤμουν, καὶ μὴ ἐπίσκεψες· πλὴν ἔχει καὶ λόγον νὰ
σὲ εἰπῇ χρειαζόμενον.
Ταῦτα ἡ Θεοδώρα ἀπὸ τὸν δοῦλον ἀκούσασα,
διελογίζετο ἐν ἑαυτῇ λέγουσα· ἄραγε τί νὰ μὲ εἰπῇ ὁ πτωχὸς ἐκεῖνος; λοιπὸν
ἀνήγγειλε τοῦ ἀνδρός της ταῦτα, ἐρωτῶσα αὐτὸν ἐὰν τὴν συγχωρῇ νὰ ὑπάγῃ. Ὁ δὲ
εἶπεν αὐτῇ· ὁ Θεὸς ἐδιάλεξε καὶ ἠγάπησεν ὡς ἀδελφούς του τοὺς πένητας, λοιπὸν
ἄπελθε. Ἡ δὲ γυνὴ πάλιν ἀμέλει, καὶ δὲν εἶχε ποσῶς προθυμίαν, κατὰ τὸν Δαυΐδ,
βουλὴν πτωχοῦ καταισχύνουσα· ἐπειδὴ ὁ πένης ἐὰν ἔχῃ καὶ τίποτας σπουδῆς ἄξιον,
δὲν τὸν ψηφοῦσιν οἱ πλούσιοι;
Ὁ δὲ Ἰωάννης βλέπων, ὅτι ἡ τελευτὴ ἐπλησίασεν
(ἐπειδὴ ἀγάπα πολλὰ τὴν ἀτιμίαν καὶ ταπείνωσιν, καθὼς παρακάτω φαίνεται)
ἐμήνυσε πάλιν τῇ μητρὶ ταῦτα· ὅτι ἐγὼ μὲν εἰς ὀλίγην ὥραν ἀναχωρῶ ἀπὸ τοῦτον
τὸν Κόσμον, σὺ δὲ ἐὰν δὲν καταδεχθῇς νὰ μὲ ἰδῇς τώρα, ὕστερα θέλεις μετανοήσει
ἀνωφέλευτα.
Ἡ δὲ μήτηρ ὡς ἤκουσε ταῦτα, ἐσπάραξεν ἡ καρδία
της πῶς ἔχει, νὰ τῆς εἰπῇ διὰ τὸν ἠγαπημένον παῖδα τίποτας, καὶ προστάσσει τοὺς
δούλους νὰ τὸν φέρουν ἀπὸ τὴν καλύβην ἐκεῖ ἔμπροσθεν. Φερθεὶς οὖν ὁ Ὅσιος, καὶ
πλησίον τῆς ποθούμενης μητρὸς γενόμενος, ὁ διαφερόντως ποθούμενος, εἶπεν αὐτὴ
μὲ ταπεινὴν λαλιάν· ὅσον ἐκάμετε εἰς ἐμὲ τὸν ξένον καὶ πένητα, τοῦ Δεσπότου
Χριστοῦ τὸ ἐκάμετε, κατὰ τὸν λόγον αὐτοῦ· «Ἐφ᾿ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν
ἀδελφῶν μου καὶ τὰ ἐξῆς· πλὴν ἐπειδὴ τῆς ζωῆς μου τὸ τέλος ἐσίμωσε, θέλω νὰ σοῦ
ζητήσω καὶ ταύτην τὴν τελευταίαν καὶ ὕστερην αἴτησιν. Ὁρκίζω σε εἰς τὸν Θεὸν
τὸν ἐξεταστὴν ἁπάντων καὶ μάρτυρα, νὰ μη με ἐνδύσῃς μετὰ τὸν θάνατόν μου μὲ
ἄλλα ἱμάτια, οὔτε εἰς ἄλλον τόπον νὰ ἐνταφιάσῃς τὸ ἐμὸν λείψανον, ἀλλὰ μὲ τὰ
ῥάσα τοῦτα νὰ μὲ θάψῃς εἰς τὴν καλύβαν, ὁποῦ ἔκαμα μὲ τὰς χεῖράς μου. Ἡ δὲ
ἔταξεν αὐτῷ μεθ᾿ ὅρκου νὰ τελέσῃ τὴν ἐπιθυμίαν αὐτοῦ, μὴ γινώσκουσα πῶς ἦτον μήτηρ,
ὅτι τοῦτο προεσκέφθη ὁ πάνσοφος, διὰ νὰ ἁρπάσῃ τὸν καιρὸν εἰς πίστιν πρὸ τῆς
ἀναγνωρίσεως.
Ἀφοῦ γοῦν τοῦ ὤμοσε, τῆς ἔδωκε τὸ Εὐαγγέλιον
λέγωντας· τοῦτο σᾶς δίδω, νὰ ἔχετε μὲ τὸν ἄνδρα σου τὸν κύριόν μου εἰς τὴν
παροῦσαν ζωὴν ἀσφαλὲς φυλακτήριον, καὶ εἰς τὴν μέλλουσαν σωτηρίας ἐγγύησιν. Ἡ
δὲ λαβοῦσα τοῦτο μετὰ χαρᾶς, ἐθαύμασε πολλὰ πῶς ἔτυχε τοιοῦτο πρᾶγμα πολύτιμον
εἰς ποταπὸν καὶ εὐτελῆ πένητα. Περιστρέφουσα γοῦν αὐτὸ ἀπάνω καὶ κάτω, τὸ
ἐστοχάζετο λέγουσα· ὅμοιον εἶναι μὲ ἐκεῖνο, ὁποῦ ἐκάμαμεν τοῦ φιλτάτου μας
Ἰωάννου. Καθὼς εἶπε τὸ ὄνομα, ἐπόνεσεν ἡ καρδία της, καὶ οἱ ὀφθαλμοί της
ἔῤῥαιναν δάκρυα ἀλλ᾿ οὐδὲ τότε ὡμολόγησεν ὁ Ὅσιος τὴν υἱότητα.
Ἡ δὲ μήτηρ ἔδειξε τοῦ ἀνδρός της τὸ
Εὐαγγέλιον, ὅς τις εὐθὺς τὸ ἐγνώρισε, καὶ ἐσπάραξεν ἡ καρδία του, καὶ εἶπεν·
αὐτὸ εἶναι βέβαια τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Υἱοῦ μας, καὶ ὄχι ἕτερον καὶ ἂς ὑπάγωμεν νὰ
ἐρωτήσωμεν τὸν πένητα, ποῦ καὶ πότε τοῦ ἔτυχε, μήπως καὶ, ἠξεύρει νὰ μᾶς
ἀναγγείλῃ διὰ τὸ τέκνον μας. Ἐπιστάντες οὖν εὐθὺς τῷ Ἰωάννῃ, ἠρώτων αὐτόν, καὶ
φοβερῶς ὥρκιζον νὰ τοὺς εἰπῇ τὴν ἀλήθειαν. Ὁ δὲ τρισμακάριος γνωρίσας ὅτι ἦτον
ἡ τελευταία ὥρα του, ἔτι δὲ καὶ διὰ τοὺς ὅρκους, ἔκρινε δίκαιον νὰ ὁμολογήσῃ τὸ
κρυπτόμενον, καὶ στενάξας ἐκ βάθους καρδίας ἐδάκρυσε λεγων· ἐγὼ εἶμαι ὁ
ζητούμευος Ἰωάννης, καὶ αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιον εἶναι ἐκεῖνο, ὁποῦ σᾶς ἐζήτησα, καὶ
μοῦ ἐδώκετε ὅταν ἤθελα νὰ ἀναχωρήσω.
Ταῦτα ἀκούσαντες οἱ γεννήτορες ἐκύτταξαν αὐτοῦ
ἀκριβῶς τοὺς χαρακτῆρας τῆς ὄψεως, καὶ γνωρίσαντες ἀπὸ τὰ σημεῖα, ἀπὸ τὴν
φωνήν, καὶ ἄλλα παρόμοια ὅτι αὐτὸς ἦτον κατὰ ἀλήθειαν, ἔμειναν ἄφωνοι ὥραν
ἱκανήν, ὥς περ νὰ ἔβλετον ἔκστασιν, καὶ ἀφοῦ ἐσυνείκασαν, δὲν ἤξευραν τὶ νὰ
πράξουν πρότερον, νὰ εὐφρανθοῦν πῶς τὸν ηὔρασιν, ἢ νὰ θρηνήσουν. Περιχυθέντες
οὖν αὐτὸν καὶ ἀγκαλιζόμενοι ἀνεκαλοῦντο, καὶ σφοδρῶς ὠδύροντο, λέγοντες· ὢ
περιπόθητον τέκνον καὶ πολυώδυνον! ὢ δαπάνη σπλάγχνων! ὢ γονέων πληγή! ὢ
κέντρον, ὁποῦ ἐπέρασεν εἰς τὴν ψυχὴν μας σήμερον· ὢ πόσον ἐπλήγωσες τὴν καρδίαν
μας τώρα ὁποῦ σὲ ηὕραμεν, περισσότερον παρὰ ὅταν μᾶς ἔφυγες πρότερον! ὅτι τότε
μᾶς ἔδιδε θάῤῥος κάποια ἐλπίδα τῆς ἐπανόδου σου, ἥτις ἐγλύκαινε τῆς λύπης τὴν
πικρίαν καὶ τὴν σφοδρότητα, ἀμὴ τώρα μᾶς ἐπῆρες, καὶ αὐτὴν τὴν τῶν ἐλπίδων
παραμυθίαν καὶ ἔτρεψας εἰς θλίψιν τὴν ὀλίγην παρηγορίαν μας. Κάλλιον νὰ ἤθελες
τελευτήσῃ μὲ σιωπήν, καθὼς δὲν μᾶς τὸ ὡμολόγησες ζῶντος σου, ὅτι τότε δὲν
ἔκαμνες τὴν πληγὴν πλατυτέραν, καὶ τὸ πάθος δριμύτερον· ὢ εὕρεσις δυστυχεστέρα
τῆς ἀπωλείας! ὢ ὄψις ποθούμενη, ὁποῦ ἐλύπησες τόσον τοὺς σὲ ποθήσαντας ! ἔπρεπε
νὰ φανερωθῇς ὅταν ἦλθες, κατὰ ἀλήθειαν ὁποῦ εἴχαμεν καιρὸν νὰ χαροῦμεν, καὶ νὰ
εὐφρανθοῦμεν τὴν σὴν ἐπάνοδον, ἢ κἂν νὰ τελευτήσῃς οὕτω κρυφίως, νὰ μήσε
γνωρίσωμεν, ἀμὴ τώρα ἁγνοοῦμεν τί νὰ τελέσωμεν οἱ τάλανες πρότερον τὴν εὕρεσίν
σου νὰ ἑορτάσωμεν, ἢ τὸν θάνατόν σου νὰ κλαύσωμεν; ὢ δείλαιοι δειλαίων ἡμεῖς!
τὸν εἴχαμεν εἰς τὰς χεῖράς μας, καὶ ἐδιώχναμεν ἐκεῖνον, ὁποῦ ἐζητούσαμεν εἰς
ὅλον τὸν Κόσμον μὲ τόσην ἀκρίβειαν· ὢ κύκλος ἀστέρων! ὢ παντέφορε Ἥλιε! καὶ
ποταπὸν ἐβλέπετε θέαμα! πόσοι στεναγμοὶ καὶ πηγαὶ δακρύων νὰ φθάσουν εἰς
τοιοῦτον πάθος ἀνείκαστον; Τίς λίθος, τίς σίδηρος, καὶ ποία ἅλλη φύσις
ἰσχυρότερα νὰ βαστάξῃ τοιοῦτον κακὸν ἀναρίθμητον;
Αὐτὰ καὶ ἕτερα ὄμοια ἔλεγον οἱ γονεῖς ὥρας
τέσσαρας, καὶ ἐξαιρέτως, ἡ ἄχαρος καὶ πολυώδυνος μήτηρ, ἥτις ἐνθυμουμένη τὸ
ἄγνωστον μῖσος καὶ τὴν καταφρόνησιν, ὁποῦ τοῦ ἔκαμεν, ὡς ἄνωθεν εἴρηται,
ἐθρήνει τότε ἐλεεινῶς καὶ ἀπαρηγόρητα, ἀνασπῶσα τὰς τρίχας τῆς κεφαλῆς, καὶ τὸ
στῆθος καὶ πρόσωπον τύπτουσα. Ὁ Ὅσιος ἀπὸ ὀλίγον ὀλίγον ἀπενεκρώνετο, εἶτα καὶ
τὴν ψυχὴν ἀφῆκεν εἰς τὰς χεῖρας αὐτῶν ὁ καλλίνικος.
Πᾶσα ἡ πόλις ἐνεπλήσθη τοῦ καινοῦ πάθους
τούτου, καὶ θαύματος, καὶ πάντες ἔχαιρον κλαίοντες· συνεθρήνουν μὲν εἰς τὸν
πόνον τῶν γεννητόρων καὶ τούτοις συνέπασχον· τῇ δὲ ψυχῇ ἠγάλλοντο ἐκπληττόμενοι
τοσαύτην ὑπομονὴν ἀπαράμιλλον, τοῦ Ἀσκητοῦ καὶ ἀμίμητον. Ἡ δὲ μήτηρ αὐτοῦ
νικηθεῖσα ἀπὸ τὴν ἀγάπην, ἀστόχησε τὴν παραγγελίαν καὶ ὅρκησιν, καὶ ἐγδύνουσα
τὸν Ἅγιον, τὸν ἔνδυσεν ἱμάτια λαμπρὰ καὶ πολύτιμα. Ἀλλ᾿ ὢ τοῦ θαύματος! ὢ τοῦ
θερμοῦ πρὸς Χριστὸν ἔρωτος ὅτι καὶ αὐτὰ τῶν ἄθλων τὰ σύμβολα ὠρέγετο ὁ Ἀσκητής,
καὶ τὰ εἶχε ποθεινότερα παρὰ τῆς μητρὸς τὰ πολύτιμα. Εὐθὺς ἐκρατήθησαν τὰ μέλη
της, καὶ ἔμεινε παράλυτος, θέαμα ξένον καὶ φοβερώτατον. Ὁ δὲ πατὴρ βλέπωντας
αὐτὴν παραλελυμένην καὶ ὅλως ἀκίνητον, τῆς ἐνθύμισε τὴν ἐντολὴν τοῦ Παιδός, καὶ
εὐθὺς ὁποῦ τοῦ ἔβαλαν τὰ ξεσχισμένα παλαιόρασα ἐθεραπεύθη ἡ μήτηρ, καὶ ὁ Παῖς
πατέρων σωφρονιστὴς ἐδείκνυτο, φανερώνοντος τοῦ Θεοῦ, ὅτι οὐ μόνον οἱ παῖδες
εἶναι χρεῶσται νὰ φυλάγουν τὰς ἐντολὰς τῶν γονέων, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ τῶν παίδων, ὅταν
εἶναι κατὰ Θεὸν ἡ αἴτησις.
Θάπτεται οὖν ὁ γενναῖος ἀγωνιστὴς εἰς αὐτὴν
τὴν καλύβην καθὼς ἐπαράγγειλε, γινώσκωντας ὅτι τὰ οὕτω ταπεινὰ ἡ λαμπρότης τῶν
ἄνω Σκηνῶν διαδέχεται. Ἔκτισαν δὲ καὶ ἱερὸν Ναὸν οἱ γονεῖς του εἰς τὴν καλύβαν,
καὶ καθιέρωσαν εἰς αὐτὸν τὰ ἥμισυ τῶν πραγμάτων, τὰ δὲ, ἐπίλοιπα τοῖς πτωχοῖς
διεμοίρασαν, διὰ νὰ εἶναι καὶ τὸ δένδρον τῷ καρπῷ παρόμοιον. Καλῶς οὖν καὶ
ἐναρέτως βιώσαντες, ἀπῆλθον εἰς Βασιλείαν Οὐράνιον, νὰ συνευφραίνωνται αἰωνίως
μετὰ τοῦ πανοσίου καὶ ἀγαπητοῦ Υἱοῦ αὐτῶν, καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, δοξάζοντες
Πατέρα, Υἱόν, καὶ Πνεῦμα Ἅγιον, τὴν ἐν Μονάδι Τριάδα, καὶ ἐν Τριάδι Μονάδα, ᾗ
πρέπει πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις εἰς τοὺς ἀπεράντους αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Αγαπίου Κρητός. Παράδεισος.
Προσκυνήματα: στα Ψαχνά Ευβοίας βλέπε:
http://www.kalivitis.gr/
Και στο Βαθύ Αυλίδος βλέπε: https://agiosioanniskalyvitis.wordpress.com/about/
Υπάρχουν και
τοποθεσίες-οικισμοί «Καλυβίτης»
εις Κερνίτσα Αχαϊας
και εις Λασήθι Κρήτης, που θυμίζουν τον Άγιο..
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου